οι κάπως φανατικοί με τα θρησκευτικά το διαβάζουν υπ' ευθύνη τους
Ολοι μας ξέρουμε για τον Αδάμ και την Ευα, τον όφι, το μήλο και την αμαρτία για την οποία κατηγορούμε την Εύα που μας έβγαλε από τον παράδεισο. Βολική εξήγηση για τους φαλλοκράτες, μόλις ήρθε στα πράγματα η πατριαρχική κοινωνία, βόηθησε λίγο και ο εγγενής χαρακτήρας τη γυναίκας, κάνανε την εξήγηση θρησκεία και καθαρίσανε.
Εγιναν όμως έτσι τα πράματα ;
Κατ' αρχήν στη Γένεση δεν αναφέρεται πουθενά ο παράδεισος, λογικό γιατί παράδεισος είναι η Φυση και από την Φύση έγινε ο θεός και ο άνθρωπος. Ο θεός κι ο άνθρωπος -η γυναίκα δηλαδή- είχαν τότε το χάρισμα της γένεσης, πρώτα φύεται κάτι από την Φύση κι ύστερα γεννά, καρπίζει, βέβαια ο θεός ήταν ένα σκαλοπάτι πιο πάνω σαν πιο μυαλωμένος.
Ας δούμε και μια άλλη άποψη :
Γεν. 1,1 Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν.
Γεν. 1,2 ἡ δὲ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος, καὶ σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου, καὶ πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος.
Γεν. 1,3 καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς.
Γεν. 1,4 καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς, ὅτι καλόν· καὶ διεχώρισεν ὁ Θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους.
Γεν. 1,5 καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς ἡμέραν καὶ τὸ σκότος ἐκάλεσε νύκτα. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα μία.
Εδώ μας τα χαλάει λιγουλάκι μια που νύχτα δεν υπάρχει παρά μόνο στη γη κατά την περιστροφή της, άρα πρώτα ήταν το φως
και μετά ήρθε το σκοτάδι κι ας λέει ό,τι θέλει το 1.2 της Γένεσης. Το μη αξιόπιστο εδώ μας πονηρεύει και για την περίπτωση της Εύας.
Στον Παράδεισο λοιπόν ο θεός είχε πάρει την αποκλειστικότητα στις κατασκευές βουνών και λαγκαδιών ενώ ο Αδάμ με την Εύα φοράγανε τα φύλλα συκής τους, είχανε στήσει το σπιτικό τους και την περνάγανε ζάχαρη. Εκανε καμιά βολτίτσα ο Αδάμ, μάζευε τα φρούτα της ημέρας, έπλενε τα πιάτα το Ευάκι, μοιραζότουσαν τις οικιακές δουλειές σκούπισμα, ξεσκόνισμα και το βράδι τηλεόραση αγκαλιά και απονήρευτα. Ετυχε όμως ένα βράδυ να δούνε κάτι τσόντες, φιάχτηκε ο Αδάμ, περίεργη η Εύα -τι είναι αυτό που μεγαλώνει ;- είπανε να το δοκιμάσουνε κι όπως τα μέτρησε εκείνος ο μάντης ο Τειρεσίας, να μια χαρά ο Αδάμ, εννιά φορές χαρά μεγαλύτερη η Εύα.
Εδώ αρχίσανε τα δύσκολα γιατί πρωτόπλαστοι ήτανε, δεν ξέρανε πολλά πράγματα, όταν βγάζανε τα φύλλα τους, του Αδάμ του φαινότανε, της Εύας έπρεπε να σκύψεις (ή να σκύψει) για να το δεις, συμφωνήσανε πως του Αδάμ είναι το πιο σπουδαίο μια που άλλαζε σχήμα και μέγεθος. Είδε όμως η ακόρεστη Εύα πως αυτό δεν δούλευε πάντα, κουραζότανε και την έπιασε το δήθεν φιλότιμο " Αδαμούλη, άσε τις οικιακές δουλειές, θα τις κάνω εγώ, εσύ να μην κουράζεσαι".
Του καλάρεσε αυτό του τύπου και σε λίγο της ανέθεσε και την συλλογή των φρούτων " Ευάκι, εσύ ξέρεις καλύτερα από μένα να διαλέγεις τα ώριμα" και τόριξε στην τηλεόραση και το ανατοληλίκι, ξάπλα, μάσα και διαταγές, δόστου "Ευάκι αυτό" και δόστου "Ευάκι το άλλο". Κι από εκείνο που της άρεσε, όποτε του έκανε κέφι, αλλιώς "νοιώθω κουρασμένος αγάπη μου, θα μου λείπουν βιταμίνες, άσε, μιαν άλλη φορά"
Το Ευάκι ξινίστηκε. Εκανε τόσες θυσίες τσάμπα και βερεσέ, καλύτερα πέρναγε πριν του αποκαλύψει ποιά ηταν η πηγή της ευτυχίας της. Αρχισε να χάνει το κέφι της, να παραμελεί τις δουλειές της και μια μέρα που βαριότανε να σιδερώσει καλά το φύλλο συκής του Αδάμ, πέρασε ο θεός μια βόλτα από εκεί κι ειδε τα καμπανέλια του Αδάμ να κρέμονται από κάτω. Αυτός δεν είχε τέτοια και θύμωσε. Την κατσάδιασε την Ευούλα σαν ακαμάτα και τους έριξε από δέκα μέρες νηστεία. Εριξε κι ένα συρματόπλεγμα στον κήπο με τα φρούτα νάναι σίγουρος, από φαΐ τουλάχιστον, γιατί όταν λέμε νηστεία εννοούμε από την παλιά, όχι μονάχα στο φαγητό...
Το Ευάκι έκανε σκέρτσα " Ελα ρε Αδάμ και ποιός μας βλέπει ;" χέστης όμως ο Αδάμ έτρεμε να παραβιάσει τον λόγο του θεού.
Αυτό ήταν βαρύ για την Εύα. Κανείς να μην της αναγνωρίζει τίποτε απ όσα έκανε και να μένει κι απότιστη από πάνω, παραπάει.
Αρχισε να το σκέπτεται κι από εκεί ξεκίνησαν όλα.
Το θηλυκό μυαλό της γένησε τον όφι, μακρύ και παιχνιδιάρη -κάτι να της θυμίζει- κι ο όφις σαν καλό παιδί λεπτό κι ευέλικτο πέρναγε μέσα από το συρματόπλεγμα για το μάζεμα των φρούτων, να ταΐζει την μανούλα του αγνοώντας την απαγόρευση κι άφηνε τον Αδάμ στην δίαιτα. Μόνο που σαν μικρός και άβγαλτος έκανε φασαρία μια φορά που της πήγε κάτι μήλα, τους είδε ο θεός, τσαντίστηκε που παραβίασε την νηστεία και την έδιωξε από τον παράδεισο. Του όφι του την χάρισε γιατί ήτανε μικρός, από τότε έχει φίδια στον παράδεισο, αν πάτε θα τα δείτε ! Είχε την πρωτοκαθεδρία από την Φύση και την εξουσία γι αυτό. Ζήλευε λίγο τις χαρές των ανθρώπων αλλά έστειλε και τον Αδάμ μαζί της γιατί μόνο του και μαγκούφη δεν ήθελε ουτε να τον βλέπει, ειδικά με ασιδέρωτο το φύλλο-εσώρρουχό του. Το Ευάκι του άρεσε να το βλέπει, είχε ωραίο μουτράκι και μπάνικο κορμάκι, μόνο τι τούβρισκε του Αδάμ δεν μπορούσε να καταλάβει. Το χάρισμα της γένεσης το αφαίρεσε από το μυαλό της και το περιόρισε στην διαιώνιση του είδους με τον γνωστό τρόπο και με ωδίνες για τιμωρία.
Ευτυχώς δηλαδή γιατί αλλιώς δεν θα γενιόμαστε εμείς αλλά πέστε μου είσαστε σίγουροι πως έφταιγε η Εύα γι αυτό ;
Ολοι μας ξέρουμε για τον Αδάμ και την Ευα, τον όφι, το μήλο και την αμαρτία για την οποία κατηγορούμε την Εύα που μας έβγαλε από τον παράδεισο. Βολική εξήγηση για τους φαλλοκράτες, μόλις ήρθε στα πράγματα η πατριαρχική κοινωνία, βόηθησε λίγο και ο εγγενής χαρακτήρας τη γυναίκας, κάνανε την εξήγηση θρησκεία και καθαρίσανε.
Εγιναν όμως έτσι τα πράματα ;
Κατ' αρχήν στη Γένεση δεν αναφέρεται πουθενά ο παράδεισος, λογικό γιατί παράδεισος είναι η Φυση και από την Φύση έγινε ο θεός και ο άνθρωπος. Ο θεός κι ο άνθρωπος -η γυναίκα δηλαδή- είχαν τότε το χάρισμα της γένεσης, πρώτα φύεται κάτι από την Φύση κι ύστερα γεννά, καρπίζει, βέβαια ο θεός ήταν ένα σκαλοπάτι πιο πάνω σαν πιο μυαλωμένος.
Ας δούμε και μια άλλη άποψη :
Γεν. 1,1 Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν.
Γεν. 1,2 ἡ δὲ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος, καὶ σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου, καὶ πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος.
Γεν. 1,3 καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς.
Γεν. 1,4 καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς, ὅτι καλόν· καὶ διεχώρισεν ὁ Θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους.
Γεν. 1,5 καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς ἡμέραν καὶ τὸ σκότος ἐκάλεσε νύκτα. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα μία.
Εδώ μας τα χαλάει λιγουλάκι μια που νύχτα δεν υπάρχει παρά μόνο στη γη κατά την περιστροφή της, άρα πρώτα ήταν το φως
και μετά ήρθε το σκοτάδι κι ας λέει ό,τι θέλει το 1.2 της Γένεσης. Το μη αξιόπιστο εδώ μας πονηρεύει και για την περίπτωση της Εύας.
Στον Παράδεισο λοιπόν ο θεός είχε πάρει την αποκλειστικότητα στις κατασκευές βουνών και λαγκαδιών ενώ ο Αδάμ με την Εύα φοράγανε τα φύλλα συκής τους, είχανε στήσει το σπιτικό τους και την περνάγανε ζάχαρη. Εκανε καμιά βολτίτσα ο Αδάμ, μάζευε τα φρούτα της ημέρας, έπλενε τα πιάτα το Ευάκι, μοιραζότουσαν τις οικιακές δουλειές σκούπισμα, ξεσκόνισμα και το βράδι τηλεόραση αγκαλιά και απονήρευτα. Ετυχε όμως ένα βράδυ να δούνε κάτι τσόντες, φιάχτηκε ο Αδάμ, περίεργη η Εύα -τι είναι αυτό που μεγαλώνει ;- είπανε να το δοκιμάσουνε κι όπως τα μέτρησε εκείνος ο μάντης ο Τειρεσίας, να μια χαρά ο Αδάμ, εννιά φορές χαρά μεγαλύτερη η Εύα.
Εδώ αρχίσανε τα δύσκολα γιατί πρωτόπλαστοι ήτανε, δεν ξέρανε πολλά πράγματα, όταν βγάζανε τα φύλλα τους, του Αδάμ του φαινότανε, της Εύας έπρεπε να σκύψεις (ή να σκύψει) για να το δεις, συμφωνήσανε πως του Αδάμ είναι το πιο σπουδαίο μια που άλλαζε σχήμα και μέγεθος. Είδε όμως η ακόρεστη Εύα πως αυτό δεν δούλευε πάντα, κουραζότανε και την έπιασε το δήθεν φιλότιμο " Αδαμούλη, άσε τις οικιακές δουλειές, θα τις κάνω εγώ, εσύ να μην κουράζεσαι".
Του καλάρεσε αυτό του τύπου και σε λίγο της ανέθεσε και την συλλογή των φρούτων " Ευάκι, εσύ ξέρεις καλύτερα από μένα να διαλέγεις τα ώριμα" και τόριξε στην τηλεόραση και το ανατοληλίκι, ξάπλα, μάσα και διαταγές, δόστου "Ευάκι αυτό" και δόστου "Ευάκι το άλλο". Κι από εκείνο που της άρεσε, όποτε του έκανε κέφι, αλλιώς "νοιώθω κουρασμένος αγάπη μου, θα μου λείπουν βιταμίνες, άσε, μιαν άλλη φορά"
Το Ευάκι ξινίστηκε. Εκανε τόσες θυσίες τσάμπα και βερεσέ, καλύτερα πέρναγε πριν του αποκαλύψει ποιά ηταν η πηγή της ευτυχίας της. Αρχισε να χάνει το κέφι της, να παραμελεί τις δουλειές της και μια μέρα που βαριότανε να σιδερώσει καλά το φύλλο συκής του Αδάμ, πέρασε ο θεός μια βόλτα από εκεί κι ειδε τα καμπανέλια του Αδάμ να κρέμονται από κάτω. Αυτός δεν είχε τέτοια και θύμωσε. Την κατσάδιασε την Ευούλα σαν ακαμάτα και τους έριξε από δέκα μέρες νηστεία. Εριξε κι ένα συρματόπλεγμα στον κήπο με τα φρούτα νάναι σίγουρος, από φαΐ τουλάχιστον, γιατί όταν λέμε νηστεία εννοούμε από την παλιά, όχι μονάχα στο φαγητό...
Το Ευάκι έκανε σκέρτσα " Ελα ρε Αδάμ και ποιός μας βλέπει ;" χέστης όμως ο Αδάμ έτρεμε να παραβιάσει τον λόγο του θεού.
Αυτό ήταν βαρύ για την Εύα. Κανείς να μην της αναγνωρίζει τίποτε απ όσα έκανε και να μένει κι απότιστη από πάνω, παραπάει.
Αρχισε να το σκέπτεται κι από εκεί ξεκίνησαν όλα.
Το θηλυκό μυαλό της γένησε τον όφι, μακρύ και παιχνιδιάρη -κάτι να της θυμίζει- κι ο όφις σαν καλό παιδί λεπτό κι ευέλικτο πέρναγε μέσα από το συρματόπλεγμα για το μάζεμα των φρούτων, να ταΐζει την μανούλα του αγνοώντας την απαγόρευση κι άφηνε τον Αδάμ στην δίαιτα. Μόνο που σαν μικρός και άβγαλτος έκανε φασαρία μια φορά που της πήγε κάτι μήλα, τους είδε ο θεός, τσαντίστηκε που παραβίασε την νηστεία και την έδιωξε από τον παράδεισο. Του όφι του την χάρισε γιατί ήτανε μικρός, από τότε έχει φίδια στον παράδεισο, αν πάτε θα τα δείτε ! Είχε την πρωτοκαθεδρία από την Φύση και την εξουσία γι αυτό. Ζήλευε λίγο τις χαρές των ανθρώπων αλλά έστειλε και τον Αδάμ μαζί της γιατί μόνο του και μαγκούφη δεν ήθελε ουτε να τον βλέπει, ειδικά με ασιδέρωτο το φύλλο-εσώρρουχό του. Το Ευάκι του άρεσε να το βλέπει, είχε ωραίο μουτράκι και μπάνικο κορμάκι, μόνο τι τούβρισκε του Αδάμ δεν μπορούσε να καταλάβει. Το χάρισμα της γένεσης το αφαίρεσε από το μυαλό της και το περιόρισε στην διαιώνιση του είδους με τον γνωστό τρόπο και με ωδίνες για τιμωρία.
Ευτυχώς δηλαδή γιατί αλλιώς δεν θα γενιόμαστε εμείς αλλά πέστε μου είσαστε σίγουροι πως έφταιγε η Εύα γι αυτό ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου