Ηταν τα τέλη της δεκαετίας του 60 όταν πρωτοκατέβηκε με την παρέα του στο Δέλτα, έτσι λέγανε τον φαλληρικό ιππόδρόμο τότε. Μαγικά όμορφος χώρος με τους ευκάλυπτους γύρω-γύρω, τις πρασιές, τα λουλούδια του, τις κερκίδες, τα άλογα, μέχρι και το καλύτερο παστίτσιο της Αθήνας έτρωγες στα καφενεία του όπου οι τεράστιες λαμαρίνες κατέφθαναν αχνιστές και επέστρεφαν άδειες σε ελάχιστο χρόνο. Το καλύτερο κέντρο διασκέδασης, η Αθηναία, ήταν ενσωματωμένο στο περίπτερο, τον χώρο για τους λεφτάδες, ο απλός λαός είχε δυο κερκίδες, την πελούζ και την πεζάζ σύμφωνα με την γαλλική ορολογία. Αλλά δεν ήταν μόνο τα γαλλικά που άκουγες, ήταν και αγγλικά κι αράπικα, μια μεγάλη μερίδα ιδιοκτητών, προπονητών και φιλίππων ήταν αιγυπτιώτες εκδιωχθέντες από τα μέτρα του Νάσερ. Ενα από τα περίεργα "συν" του ιπποδρόμου ήταν πως 500 μέτρα προ του τέρματος τα άλογα εξαφανίζονταν από το οπτικό πεδίο των δυο θέσων του ιπποδρόμου- μόνο από το περίπτερο φαίνονταν- γεγονός που ανέβαζε την περιέργεια για το αποτέλεσμα της ιπποδρομίας στο κατακόρυφο. Εννοείται πως η επανεμφάνιση των αλόγων περίπου 200 μέτρα προ του τέρματος συνοδευόανε από πανηγυρισμούς και εκφράσεις απογοήτευσης, η αδρεναλίνη ήταν πολλαπλάσια από την αντίστοιχη των ποδοσφαιρικών γηπέδων. Ο πυρετός του στοιχήματος, η ιδαίτερη ατμόσφαιρα, το υπέροχο θέαμα των αλόγων και οι πολλές όμορφες γυναίκες που κυκλοφορούσαν χωρίς κανένας να τους δίνει σημασία, κατέκτησαν τους περισσότερους από την παρέα που άρχισαν να κατεβαίνουν πιο συχνά και να μαθαίνουν την περίεργη ορολογία του χώρου. Η έκφραση "του πήρε το κεφάλι" δεν είχε καμιά σχέση με τρομοκρατία ήταν απλά μια περιγραφή για κάποιο άλογο που πήρε την πρωτοπορία από ένα άλλο.
Ενα ακόμα "συν " για να κατέβουν ιππόδρομο ήταν η γειτνίαση με τις ταβερνίτσες και τα ουζάδικα των Τζιτζιφιών όπου ακολουθούσαν κατανύξεις και σχολιασμοί των αποτελεσμάτων. Τις φορές που κάποιος έπιανε μια καλή ακολουθούσε τραπέζωμα στα "επτά καραβάκια" ένα πολυτελες εστιατόριο της Συγγρού με απίθανους ψαρομεζέδες. Νέοι ήταν και άντεχαν και μια φορά γυρίσανε στην Αθήνα με τα πόδια για να τους γίνει μάθημα η έκφραση "όποιος πάει ιππόδρομο, γυρίζει ποδαρόδρομο".
Γρήγορα έμαθαν το πάντοκ δηλαδή τον χώρο επίδειξης των αλόγων, το ζυγιστήριο όπου μέτραγαν τα "πέζα", δηλαδή τα κιλά στους αναβάτες με τις σέλλες τους μαζί, το σταρτ, το φίνις το φώτο φίνις, τις διαφορές της άφιξης, το ντεντχίτ, βραχεία κεφαλή, κεφαλή, τράχηλος, ένα ή περισσότερα μήκη (αλόγου, περίπου δύο μέτρα το καθένα), μακράν. Εμαθαν τον τζόκεϋ, τον σεΐζη όπως λέγανε τον ιπποκόμο και πως το μαστίγιο το λένε καμουτσί ή κουρμπάτσο, Τους τρόπους καλπασμού των αλόγων, τροτ, κάντερ, γκάλλοπ, μισό λουρί, κ.λ.π,, Τους τρόπους διαδρομής των αλόγων, στο κεφάλι, με τα πίσω, αναμονή στο κάγγελο, δεύτερη ή τρίτη ρόδα (από το κάγκελλο) και το φω τραίν, δηλαδή το σχηματισμό καραβανιού όπου ο επικεφαλής ξεγελούσε το άλογο που ακολουθούσε πως τάχα δεν έχει άλλες δυνάμεις ώστε να μην τον προσπεράσει και κάποια στιγμή απομακρυνότανε αφήνοντας τον αντιπάλό του στο κενό και αποσπούσε την νίκη γιατί το άλογο που ακολουθούσε δεν μπορούσε εύκολα να επιταχύνει χωρίς συναγωνισμό.
Τους τρόπους στοιχηματισμού, που ήταν λίγοι και απλοί τότε, γκανιάν, πλασέ, δίδυμο, σύνθετο, παρολί. Τους χαρακτηρισμούς των στοιχημάτων, φαβορί, αουτσάϊντερ, το τυγιό.
Οταν έμαθαν τα ευπαθή σημεία και τις παθήσεις των αλόγων, την ρινορραγία, την χωλότητα, το κορνάζ, τους κολικούς, τις μυρμηγκιές, τους τένοντες και τους μπουλέδες, θεώρησαν πως πέρασαν την βασική εκπαίδευση.
Ηταν τα εφόδια για έναν καινούργιο κόσμο, απαραίτητα για να ανακατευθούν με το πλήθος και να μην τους περάσουν για "τρυφερά πόδια". Είχαν αρχίσει να πιάνουν στασίδι στον ιππόδρομο, να στοιχηματίζουν στα γκισέ και να ανταλλάσσουν γνώμες και πληροφορίες για τα άλογα όταν τους πλησίασε ένας ηλικιωμένος κι άρχισε να κολλάει στην παρέα τους δίνοντας τα φώτα της εμπειρίας του στους νεοσύλλεκτους που τον άκουαν με προσοχή. Κι εκεί που νόμιζαν πως έχουν μάθει όλους τους ιπποδρομιακούς όρους, μια μέρα τους λέει ο μπάρμπας να παίξουν το επτά γιατί το έχει νιαρ. Μη θέλοντας να φανούν άσχετοι κανείς δεν ρώτησε τι είναι το νιαρ κι όταν σε λίγο το επτά κέρδιζε ο γεράκος έβγαζε τα πλεμόνια του " Νιαρ, νιαρ το είχα το άλογο !" . Η ιστορία επαναλήφθηκε αρκετές φορές, τα άλογα που είχε νιαρ ο γεράκος άλλοτε κέρδισαν άλλοτε έχασαν και η παρέα του κόλλησε το παρατσούκλι ο " νιαρ ". Ο γεράκος χάθηκε σε λίγο από την παρέα τους αλλά η συνήθεια να αποκαλούν τα σίγουρα άλογα νιαρ τους έμεινε. Βασικά το συσχέτιζαν με την γάτα, γάτα στους τζογαδόρους αποκαλείται ο ψυλλιασμένος παίκτης αλλά βέβαια η φωνή της γάτας αποδίδεται περισσότερο με νιάου παρά με νιαρ. Την απορία τους την έλυσε μήνες αργότερα,ένας άλλος γεράκος, το νιάρ τους είπε δεν είναι τίποτε άλλο από το εννιάρι, φύλλο ανίκητο στα χέρια του τζογαδόρου όταν παίζει μπακαρά, αλλά οι αγνοί νέοι δεν ήξεραν ούτε πως παίζεται αυτό το παιχνίδι, πόσο μάλλον την ορολογία του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου