(απόσπασμα από ένα διήγημά μου )
( η εικόνα από το google ως συνήθως )
Φτωχός, πούστης,
γέρος, άσχημος και μόνος
Η ερωτική απόλαυση της Φοινίκης έφερε στην επιφάνεια τα άλλα
κενά της. Οντας κάπως απόμακρη στις κοινωνικές της σχέσεις, η έλλειψη
επικοινωνίας με τους συνανθρώπους της, της δημιουργούσε που και που την ανάγκη
διαλόγων. Μη θέλοντας όμως την διατήρηση κοινωνικών, κουραστικών γι’ αυτήν
σχέσεων, προτιμούσε την κουβέντα με άγνωστους όπως συμβαίνει στο τρόλεϋ και
στην λαϊκή αγορά. Εξ άλλου το πολύ διάβασμα της στερούσε εμπειρίες ζωής και σαν
συγγραφέας είχε πρόβλημα υλικού, αυτές ήταν οι μόνες πηγές της και η- δυστυχώς
όχι- αχαλίνωτη φαντασία της. Σύμφωνα και με την ψυχιατρική θεωρία των
συναλλαγών, η ερωτική πράξη με τόσους λίγους διαλόγους της είχε δημιουργήσει
αρνητικό ισοζύγιο. Ανήσυχη κοιτούσε γύρω της προσπαθώντας να εντοπίσει υποψήφιο
θύμα για κουβέντα. Και τότε τον είδε. Καθισμένος στο πεζούλι του συντριβανιού
με αλλοπρόσαλλο ντύσιμο και ακόμη πιο αλλοπρόσαλλο βλέμμα ένας γεράκος έκοβε
μικρά χαρτάκια από εφημερίδα και τα πέταγε προς τα περιστέρια. Αυτά πλησιάζανε
ξεγελασμένα νομίζοντας πως κάτι φαγώσιμο θα βρουν και φεύγανε απογοητευμένα. Μ’
ένα σαρδόνειο χαμόγελο ο γεράκος έκανε νέα μπαλλίτσα από χαρτί και το παιχνίδι
συνεχιζόταν. Η Φοινίκη το σκέφτηκε λιγάκι, ύστερα αγόρασε ένα κουλούρι, κάθισε
κοντά στον γέρο και του πήρε την πελατεία από τα περιστέρια.
- Τι τα ταΐζεις χορτασμένα είναι τα σκατόπουλα, της είπε
παραπονιάρικα ο γέρος.
- Ε όχι και να τα βασανίζουμε ξεγελώντας τα, απάντησε η
Φοινίκη.
- Σάματι εμένα η ζωή δεν με ξεγέλασε ;
- Τι θες να πεις; Ποιός σου φταίει; Τα πουλάκια ;
- Ναι τα πουλάκια, δεν έρχονται πια να κτίσουν τη φωλιά τους
μέσα μου και δεν έχω φράγκο ν’ αγοράσω.
- Τι θες να πεις ;
- Φτωχός, πούστης, γέρος, άσχημος και μόνος. Οι πέντε πληγές
του Αβραάμ, είπε μουτζώνοντας τον εαυτό του, αν ήμουνα κι’ Εβραίος θάτανε έξη,
σαν την εξάλφα, γαμώ το κέρατό τους.
Η Φοινίκη εξακολουθούσε να προσφέρει μικρά κομμάτια
κουλουριού στα περιστέρια.
- Ας πρόσεχες
- Τα φράγκα, τα φράγκα. Γι’ αυτά γαμιώνται όλοι. Ας τάχα και
θα σούλεγα τι τεκνά θάπαιρνα. Ολα για τα φράγκα γίνονται κυρά μου, χέστα.
- Γιατί μόνος ;
- Χα, ωραία είσαι. Κάτσε να γεράσεις λίγο ακόμα και θα σου
πω. Κι’ αν τώρα σε ποτίζουν που και που, θα σούρθει λειψυδρία. Τώρα ο
πιτσιρικάς πηδάει τις πιτσιρίκες, δεν είναι όπως παλιά αγάμητος και
λυσσασμένος. Αν τον πετύχεις άφραγκο, κάτι γίνεται, μα που τα μπικικίνια ; Με
τη σειρά σου θα τα δεις, μη βιάζεσαι.
Η Φοινίκη είχε μια αδιαόρατη αντιπάθεια προς τους
εκπροσώπους του τρίτου φύλου αλλά εδώ της βγήκε μια περιέργεια και μια
συμπόνοια.
- Αχ ναι, τα νιάτα, τα νιάτα, τι γρήγορα που περνούν.
- Από τις βαρεμένες τις λογοτέχνιδες είσαι ; Απ’ αυτές
πούρθανε για το Καρναβάλι ;
- Ω, όχι, είπε αιφνιδιασμένη η Φοινίκη. Είπε ψέμματα χωρίς
να ξέρει γιατί, της συνέβαινε που και πού. Το κουλούρι τελείωσε. Τα περιστέρια
γουργουρίζοντας τσιμπάγανε το πλακόστρωτο ψάχνοντας για κανένα ξεχασμένο
ψίχουλο. Η Φοινίκη είδε όλη την τρέλλα του πόνου και της μοναξιάς στο κάτι σα
χαμόγελο του γέρου. Μύρισε τη κακία του, που ξεχυνότανε από την στέρηση και την
απόρριψη. Μετά κοίταξε δυο περιστέρια που ερωτοτροπούσαν. Της φάνηκαν να έχουν
περισσότερη κακία μέσα τους. Η διάθεσή της άλλαξε. Πριν την κυριεύσει η
απόγνωση πίεσε τον εαυτό της να σκεφθεί
την σκηνή με τον σταθμάρχη. Ανέκαμψε ελαφρώς.
« Εχουμε ακόμη καιρό» σκέφτηκε. Ερριξε μια τελευταία
ματιά στην καρικατούρα του γέρου. «
Πάντα υπάρχουν και χειρότερα λένε, αλλά πόσο πιο κάτω πάει ; Τι θα δουν τα
μάτια μου ακόμη».
Σηκώθηκε, κούνησε το κεφάλι στο γέρο και κίνησε να βρει το
Καρναβάλι.
Μου άρεσε, πολύ
ΑπάντησηΔιαγραφήΓκράτσι, που λένε κι οι Ιταλοί
ΑπάντησηΔιαγραφήΘύμα της οικονομικής κρίσης αυτό το διήγημα.