Ηταν ψηλός, μελαχροινός, άνετος και ωραίος. Είχε λύσει τα βασικά προβλήματα της ζωής του με τους ίδιους τρόπους που αντιμετωπίζεται η πείνα : με την νηστεία της αποχής και την κραιπάλη της παράδοσης. Ετσι, σωματικά, πέρασε στο επίπεδο του κομψευόμενου από εκείνο του κοιλαρά και του μισογύνη από το επίπεδο του περιπαθούς εραστή. Ηταν δύσκολο να πιστέψεις πως κάποτε έπαιρνε σβάρνα όλα τα μπαρ μεθώντας κάθε βράδυ αυτός που τώρα έπινε μόνο σόδα. Μια πολύ γινωμένη ντομάτα σαλάτα μπορούσε να γίνει το μοναδικό γεύμα της ημέρας του ενώ από τις γυναίκες έπαιρνε μόνο τα στοιχεία που δεν είχαν σχέση με την καλώς (αλλά και την κακώς) εννοουμένη θηλυκότητα. Τα ρούχα του ήταν πάντοτε στην τρίχα και το αυτοκίνητό του ακριβό, δυο στοιχεία που κέντριζαν το γυναικείο ενδιαφέρον το οποίο απογειωνότανε από την ολοφάνερη πνευματικότητα που χαρακτήριζε τα λεγόμενά του. Σαν τα κουνούπια που χάνουν τα φτερά τους από την ζέστη του φωτιστικού καιγότουσαν και οι γυναίκες που τον πλησίαζαν χωρίς να αποβάλλουν τα χαρακτηριστικά του φύλου των. Πολλές δεν καταλάβαιναν καν την λεπτή ειρωνεία του ή την καταλυτική λογική του όταν ξεγλιστρούσε σαν χέλι από τις παγίδες που του έστηναν υπακούοντας συνήθως στους κανόνες της συμβατικής συμπεριφοράς που επέβαλε η κοινωνία στις γυναίκες.
Από την άλλη διασκέδαζε με τους δαιδαλώδεις διαδρόμους του γυναικείου μυαλού της μάνας του ίσως γιατί εδώ έλειπε το σεξουαλικό στοιχείο. Διασκέδαζε μαζί της λέγοντας πως αυτός παντρεύτηκε το μπουζούκι του κάθε φορά που η μάνα του προσπαθούσε να τον βάλει στον "ίσιο δρόμο".
Σαν κολητό του είχε επιλέξει τον μοναδικό που μπορούσε να τον συναγωνιστεί στις άοσμες κλανιές κατά την διάρκεια των περιπάτων τους. Ηταν από τους λίγους που είχαν πιάσει το νόημα της φράσης " ή μιλάμε ή κλάνουμε" και εμπιστευότανε την βροντώδη γλώσσα του πρωκτού περισσότερο από αυτήν του στόματος ενώ μισούσε τις ύπουλες, σιγανές και όζουσες κλανιές, αυτές ήτανε κυριολεκτικά του κώλου.
Αυτά τα βαθύτερα -αλλά συγχρόνως εξαιρετικά απλά-συμπεράσματα από την ερμηνεία των λέξεων ήταν που τον ξεχώριζαν από τους άλλους ανθρώπους, δεν του άρεσαν οι συμβατικότητες. Διασκέδαζε με τους νόμους στην Ελλάδα που έπασχαν στα σημεία στίξης, δεν είχανε ποτέ τελείες. Απαγορεύεται το τάδε έλεγαν αλλά δεν έβαζαν τελεία και συνέχιζαν με το "κατ' εξαίρεσιν επιτρέπεται" μέχρι να αποδομηθεί εντελώς η απαγόρευση. Κι όμως αυτή ήταν η δουλειά του, να βγάζει το ψωμί του με λογική πάνω στο πιο τρελλό πράγμα του πλανήτη, την ελληνική νομοθεσία ! Κι εδώ θα μπορούσε να βασανίζει το μυαλό του μέρες ολόκληρες μέχρι να βρει την απάντηση στην κάθε ατέλεια του νομοθέτη αντί να την προσπεράσει εφαρμόζοντας την σε άλλους, όπως έκανε η πλειονότητα των δικαστικών λειτουργών.
Καλή του ώρα !
Let me eat when I am hungry,
Let me drink when I am dry,
A dollar when I am hard up,
Religion when I die,
The whole world's a bottle,
And life's but a dram,
When the bottle gets empty,
It sure ain't worth a damn.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου