Η πρώτη γνωριμία
.Ηταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Κοινός, του μέσου όρου. Κι' όσο σκεπτόταν έτσι σε τίποτε δεν ξεχώριζε από το στατιστικό δείγμα. Αυτό το δείγμα που νιώθει τα εφτά από τα είκοσι πράγματα που συμβαίνουν και είναι απολύτως σίγουρο πως τα υπόλοιπα δεκατρία δεν υπάρχουν. Το λέει η θρησκεία, το λέει κι' η κοινωνία ... άρα έτσι θάναι !
Οπως η κοινωνία λέει και επιμένει ότι οι αρχιεπίσκοποι δεν πεθαίνουν αλλά κοιμούνται, ενώ οι πρωθυπουργοί απλά αναπαύονται, μόνο η πλέμπα πεθαίνει, έρχεται δηλαδή σε επαφή με την απαγορευμένη στην σκέψη και ενίοτε στην προφορά λέξη, τον θάνατο.
Καθόλου περίεργο που δεν θυμότανε ποιός του εξήγησε για πρώτη φορά πως η επάρατη ασθένεια ήταν ο καρκίνος, αλλά εδώ υπήρχε μια διαφορά, ο καρκίνος δεν υπήρχε σαν λέξη όταν μιλούσε ενώ ο θάνατος δεν υπήρχε και σαν ιδέα, σαν έννοια όταν σκεφτότανε. Η κυριότερη αιτία, μα και δικαιολογία, ήταν πως έχουμε καιρό για τα γεράματα, τότε που - ίσως - δεν θα σκεφτόμαστε τίποτε άλλο, παρά τον χάρο.
Οταν τον ένιωσε πρώτη φορά δεν φόραγε μακριά μπέρτα με κουκούλα, ούτε βάσταγε δρεπάνι. Δεν είχε σχέση με το μυαλό του, μόνο με τις αισθήσεις του. Μια έντονη απορία υπήρχε στο κεφάλι του, απόρροια του αποσυντονισμού των αισθήσεων, η ακοή προηγείτο της όρασης και η γεύση της οσμής. Η αφή ήταν καλά ριζωμένη μέσα του, δεν παραμορφώθηκε αλλά τα ερεθίσματά της είχαν λάθος συντονισμό με την χρονική αίσθηση των στιγμών εξ αιτίας της διαταραχής της όρασης, άλλα έβλεπε και άλλα αισθανόταν. Θύμιζε κάπως το μεθύσι, το πέρασμα της λογικής σε άλλες διαδικασίες. Θυμήθηκε τους στίχους από τις Βέδες :
(σε μετάφραση Ν. Τσιφόρου)
- Κι' ο Ηλιος είναι αλλοιώτικος από τον ήλιο
- Και το άσπρο αλλοιώτικο από το άσπρο
- Κι' όλα όσα βλέπουμε, το ομαλό και το λείο
- Το όμορφο και το ωραίο, διαφέρουνε πάντα μεταξύ τους
- Και μονάχα δυό πράματα είναι τα ίδια
- Και θα μείνουνε πάντα τα ίδια
- Οσοι αιώνες κι' αν περάσουνε
- Η "λογική" κι η "τρέλλα"Εδώ βέβαια δεν έβλεπε την λογική των ανθρώπων σαν ωφελιμότητα και την τρέλλα σαν τις μυστηριακές θεωρίες που είναι ίδιες σε όλες τις χώρες, σε όλες τις θρησκείες και σε όλους τους αιώνες, όπως έκανε στο ποίημα ο μεταφραστής, αλλά σαν την αλλαγή των βάσεων δεδομένων : να ακούς πρώτα και να βλέπεις μετά, να γεύεσαι πρώτα και να μυρίζεις μετά, να ακουμπάς κάπου και να νοιώθεις την προηγούμενη επαφή...
Ηταν κάτι το πρωτόγνωρο, άρα και τρομακτικό, μια που ο φόβος στηρίζεται στην άγνοια. Και τότε, μέσα στην ομίχλη του άγνωστου, η αίσθηση που εγκαταλείπει τελευταία του έδωσε ένα γνωστό σημάδι της, τον πόνο, σαν μια κλωστή να τον κρατήσει στην ζωή. Ναι, ο πόνος, αυτή η διαταραγμένη αίσθηση αφής, ήταν η πρώτη που συντονίσθηκε με αυτόν τον χρόνο που αποκαλούσε πραγματικότητα. Κι' αυτή η αίσθηση του πόνου του φάνηκε τόσο οικεία και τόσο ανακουφιστικά γνωστή ώστε να σηματοδοτήσει την επιστροφή του στα τετριμένα πεδία των αισθήσεων της μοναξιάς.
Είχε την πρώτη επαφή του με την αθέατη πλευρά της Σελήνης και τώρα γύριζε πίσω στο γνωστό από χρόνια πρόσωπό της, άλλοτε σκοτεινό κι' άλλοτε φωτισμένο, μα πάντοτε το ίδιο στραμμένο προς την γη των ζωντανών...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου